- εὐήχους
- εὔηχοςeuphoniousmasc/fem acc pl
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Λόνγκφελοου, Χένρι Γουότζγουερθ — (Henry Wadsworth Longfellow, Πόρτλαντ, Μέιν 1807 – Κέιμπριτζ, Μασαχουσέτη 1882). Αμερικανός ποιητής. Καταγόταν από εύπορη οικογένεια της Νέας Αγγλίας, σπούδασε στο κολέγιο Μπόουτεν και επισκέφθηκε δύο φορές την Ευρώπη. Το 1836 του ανατέθηκε η… … Dictionary of Greek